Εκτοτε, πληθαίνουν οι εκτιμήσεις στη Δύση ότι η ουκρανική αντεπίθεση -που προετοιμάστηκε προσεκτικά από τους Αμερικανούς στρατιωτικούς συμβούλους- θα μπορούσε να είναι το σημείο καμπής στον πόλεμο που ξεκίνησε ο Πούτιν, όπως ήταν η νίκη των αμερικανικών δυνάμεων στο Μίντγουεϊ, το 1942, που ψαλίδισε τις φιλοδοξίες των Ιαπώνων: Η μαζική χρήση Δυτικών όπλων από τον ουκρανικό στρατό κατέδειξε τις αδυναμίες των ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων. Οπως αποδείχθηκε, είναι 15 χρόνια πίσω στη στρατιωτική τεχνολογία, όπως και στην έλλειψη ηθικού και ηγεσίας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ίδιος ο Πούτιν αναγκάστηκε να μιλήσει δημοσίως για τις «ανησυχίες» της Κίνας για τα όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία — κάτι που δείχνει ότι το μέτωπο Μόσχας και Πεκίνου δεν είναι αρραγές. Ο πολέμαρχος του Πούτιν, Ραμζάν Καντίροφ, χτυπάει το καμπανάκι για τις ρωσικές αδυναμίες, ενώ η Ρωσική Δούμα ετοιμάζεται να καλέσει σε απολογία τον υπουργό Αμυνας Σεργκέι Σοϊγκού για την υποχώρηση στο Χάρκοβο, σε μία ατμόσφαιρα που δηλητηριάζεται από τους «μυστηριώδεις» θανάτους ολιγαρχών, φίλων και συνεργατών του προέδρου της Ρωσίας, ο οποίος μετά τα αρχικά κέρδη από το πετρέλαιο και το αέριο μετρά τεράστιες οικονομικές απώλειες τον τελευταίο μήνα.
Επιστροφή στο Χάρκοβο
Στη συμπλήρωση 200 ημερών από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι ρωσικές δυνάμεις υποχώρησαν από την Περιφέρεια του Χάρκοβο στον Βορρά, ενώ ο ουκρανικός στρατός ανακατέλαβε 6.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, βασικούς κόμβους επιμελητείας και σιδηροδρομικών μεταφορών στα βορειοανατολικά της χώρας.
Η «ταπεινωτική» αυτή εξέλιξη, όπως την εξέλαβαν στρατιωτικοί αναλυτές και κρατικά μέσα στη Ρωσία, δεν συνεπάγεται αυτόματα το τέλος του πολέμου υπέρ της Ουκρανίας, αφού οι ρωσικές δυνάμεις αντεπιτέθηκαν με εκτεταμένους βομβαρδισμούς, πλήττοντας κρίσιμες, μη στρατιωτικές υποδομές, ώστε να μεγιστοποιήσουν τις υλικές απώλειες, αφήνοντας παράλληλα τους κατοίκους της χώρας χωρίς ρεύμα, νερό και θέρμανση. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, η αντεπίθεση αντιπροσωπεύει ένα «σοβαρό πλήγμα», κατά το CNN, απέναντι στην «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» της Μόσχας, εξέλιξη η οποία απομειώνει διεθνώς όχι μόνο τις πολεμικές της ικανότητες, αλλά τη συνολική, παγκόσμια ισχύ της.
Με αναπτερωμένο το ηθικό, ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι εξέφρασε την επιθυμία του για τη λήξη του πολέμου τα προσεχή Χριστούγεννα. Μέχρι τότε, ωστόσο, θα χρειαστούν περισσότερα Δυτικά όπλα και πολλή προσπάθεια, ώστε οι δυνάμεις της χώρας του να διατηρήσουν τα εδάφη που επανακατέκτησαν, αλλά και να απελευθερώσουν «όλη την Ουκρανία», της Κριμαίας συμπεριλαμβανομένης. Για το Foreign Policy, «μια οριστική νίκη για το Κίεβο φαίνεται πλέον εφικτή», αλλά με πολλούς αστερίσκους, ακόμη και αν οι ουκρανικές δυνάμεις επέδειξαν άψογο επαγγελματισμό τους τελευταίους δύο μήνες, προκειμένου να μη διαρρεύσει η επικείμενη αντεπίθεση.
Το αρχικό σοκ των ρωσικών στρατευμάτων διαδέχτηκε η φυγή προς τα πίσω και το… άγνωστο, με τον ρωσικό Τύπο να ζητά τώρα επιτακτικά «ανασύνταξη», προκειμένου να μην παγιωθεί το ουκρανικό προβάδισμα. Παρότι το Κρεμλίνο στέκεται φειδωλό στην εξέλιξη της 11ης Σεπτεμβρίου, οι συνολικά 80.000 μέχρι τώρα απώλειες (νεκροί, τραυματίες, αιχμάλωτοι) σε ανθρώπινο δυναμικό (με τους Ρώσους να έχουν πάψει να δημοσιοποιούν τα θύματά τους από τα τέλη Μαρτίου), εκτιμάται ότι συνέβαλαν καθοριστικά στον περιορισμό των ρωσικών δυνάμεων στο πλαίσιο μιας «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης», χωρίς δηλαδή να έχει κινητοποιηθεί μεγάλος αριθμός στρατιωτών και υλικοτεχνικού εξοπλισμού, για να υποστηρίξει το εγχείρημα κατάληψης του Ντονμπάς, σύμφωνα με τον αρχικό και διακηρυγμένο στόχο του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν. Με δεδομένο ότι οι Ρώσοι είχαν χάσει μόλις 14.500 στρατιώτες κατά την πολυετή παραμονή τους στο Αφγανιστάν, τα πράγματα έχουν δυσκολέψει απότομα στο πεδίο της εσωτερικής νομιμοποίησης της ρωσικής επιχείρησης, με τον Ρώσο Πρόεδρο να πιέζεται για πρώτη φορά τόσο έντονα από ετερόκλητες δυνάμεις στη χώρα του.